Άρθρο του Σταύρου Φωτάκη στα Ρεθεμνιώτικα Νέα 

 

Στο κάτω μέρος του οικισμού και συγκεκριμένα μέσα στο χώρο του νεκροταφείου υπάρχει παλιός ναΐσκος του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου (Ριγολόγου) και εορτάζεται την 29η Αυγούστου με την πρέπουσα μεγαλοπρέπεια. Το εκκλησάκι εκτιμάται ότι υφίσταται από την Βυζαντινή εποχή με τοιχογραφίες, οι οποίες δεν διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Κατά την διαμόρφωση του χώρου του νεκροταφείου βρεθήκανε ερείπια κελιών, που φανερώνουνε ότι ήτανε παλιότερα μοναστήρι. Υποστηρίζεται βάσιμα ότι, από την ονομασία του μοναστηριού πήρε και το όνομά του ο οικισμός του Αγίου Ιωάννου. Συνεπώς θα πρέπει να ιδρύθηκε πρώτα ο ναΐσκος και κατόπιν χτιστήκανε τα πρώτα σπίτια (Καβροκέλια), που αποτελέσανε τον πυρήνα του οικισμού. Σε ανασκαφές που γίνανε γύρω από τον ναΐσκο βρεθήκανε τρεις αλλεπάλληλες σειρές τάφων, παλιά κτίσματα και πολλά πήλινα όστρακα. Είναι ενδεχόμενο εφόσον συνεχιστούνε ανασκαφές να βρεθούνε και άλλοι τάφοι, οι οποίοι θα ανήκουνε σε πολύ παλιές εποχές. Είναι όμως πολύ δύσκολο όπως έχει διαμορφωθεί ο περιβάλλων χώρος σήμερα. Εκτιμάται ότι το ξωκλήσι του Αγίου Ιωάννου πρέπει να χτίστηκε γύρω στο 1285 μ.Χ. στα χρόνια του Αλεξίου Καλλέργη, σύμφωνα με τη χρονολόγηση της εικόνας της Παναγίας που βρίσκεται σε τοιχογραφία στο ναό1.

Από διηγήσεις των παλιότερων κατοίκων του χωριού έχουνε μείνει στη μνήμη διάφορα περιστατικά που καταδεικνύουνε τη δύναμη του Αγίου Ιωάννου τα οποία και μεταφέρονται από γενιά σε γενιά.

Σύμφωνα με την τοπική προφορική παράδοση ο Άγιος Ιωάννης δεν ήθελε να μείνουνε οι Τούρκοι στο χωριό. Γι αυτό όταν κάποτε ένας Τούρκος φοροεισπράκτορας, που πήγαινε από το Χορδάκι στο Βαθειακό, νυχτώθηκε στον Άγιο Ιωάννη και θέλησε να κοιμηθεί εκεί και να συνεχίσει το πρωί σαν ξημερώσει, οι κάτοικοι του χωριού τον πληροφορήσανε ότι ο Άγιος δεν θέλει τους Τούρκους στο χωριό. Εκείνος όμως πείσμωσε και επέμεινε να κοιμηθεί στο καφενείο του χωριού και μάλιστα κλειδωμένος για να μην μπει μέσα ο Άγιος και τον πειράξει. Το πρωί που ξημέρωσε οι κάτοικοι του χωριού βρήκανε τον Τούρκο σε ένα αλώνι κάποιου Γεωργίου Παραδεισανού γυμνό και μαστιγωμένο. Ο Τούρκος φοβήθηκε έντονα και για να γλυτώσει να μην τον σκοτώσει ο Άγιος υποσχέθηκε να στέλνει στο εξής ένα «κουρούπι» λάδι για να ανάβουν το καντήλι της εκκλησίας.

Μια άλλη παράδοση αναφέρει ότι, στο χωριό Άγιος Ιωάννης Χλιαρός, δεν εκατοικήσανε ποτέ Τούρκοι, γιατί όπως πιστεύανε οι Αηγιαννιώτες: «ο Άγιος δεν τους ήθελε». Κάποιος Τούρκος όμως, δεν πειθάρχησε στην επιθυμία του Αγίου, πήγε με το έτσι θέλω και εγκαταστάθηκε σε κάποιο σπίτι του χωριού. Καθημερινά όμως, όταν ξυπνούσε, αντί να βρίσκεται στο κρεβάτι του τον εβρίσκανε οι κάτοικοι του χωριού έξω από το χωριό, κάτω από μια μουριά (μουρνέ). Παρά το γεγονός ότι, ο Τούρκος άρχισε να ασφαλίζει καλά την πόρτα από μέσα, συνεχίστηκε η απομάκρυνσή του από το χωριό, φυσικά με τη δύναμη του Αγίου, οπότε αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το χωριό. Από τότε η μουρνέ πήρε την ονομασία: «του Τούρκου η μουρνέ».

Άλλη παράδοση αναφέρει άλλο ένα περιστατικό το οποίο και πάλι φανερώνει την μεγάλη θαυματουργική δύναμη του Αγίου Ιωάννου. Κάποτε επί Τουρκοκρατίας το ξωκλήσι (μοναστήρι) είχε ερειπωθεί. Γύρω από το μοναστήρι δεν υπήρχανε σπίτια παρά μόνο χωράφια καλλιεργήσιμα, στα οποία ιδιοκτήτης ήταν ένας Τούρκος Αγάς2. Τα χωράφια αυτά νοίκιαζε ένας Χριστιανός από τον Τούρκο ιδιοκτήτη, με τη συμφωνία να δίδει την μισή σοδειά στο τέλος κάθε χρόνου, δηλαδή όπως λέμε σημισακά. Κάποια χρονιά όμως ο Τούρκος Αγάς δεν έμεινε ευχαριστημένος από το μερίδιο που πήρε και υποψιάστηκε ότι ο Χριστιανός ενοικιαστής τον έκλεβε. Γι’ αυτό αποφάσισε να πάει μόνος του να ελέγξει τα υπάρχοντα σιτάρια και άλλα εισοδήματα στα αμπάρια (αποθήκες) του Χριστιανού. Ξαφνικά λοιπόν, πήγε μια μέρα στον Αϊ Γιάννη και τη νύχτα αποκοιμήθηκε στο σπιτάκι του Χριστιανού. Τη νύχτα βγήκε ο Άγιος Ιωάννης χτύπησε τον Τούρκο με το καμουτσίκι του και τον έδιωξε έξω από την περιοχή. Το πρωί ο Αγάς βρέθηκε από τον ενοικιαστή μακριά, σε μια άκρη του κτήματος γυμνός και ξυπόλυτος. Μόλις πλησίασε ο Χριστιανός ο Αγάς φοβισμένος του είπε: «Άντε μωρέ τζάνουμ να μου φέρεις τα ρούχα μου και τα παπούτσια μου και να δόσεις το μερίδιό μου από τη φετινή σοδειά στον Άγιο για να διορθωθεί το σπίτι του. Είναι κρίμα και ντροπή να μένει έτσι χαλασμένο και ξέσκεπο». Όπως αναφέρθηκε το μοναστήρι ήτανε ερειπωμένο και με τον τρόπο αυτό ο Άγιος επέβαλε τη θέλησή του ώστε να ξαναχτιστεί.

Και άλλη παράδοση λέει ότι3 επί Τουρκοκρατίας 500 Τούρκοι από το Βαθειακό θελήσανε να περάσουνε από τον Άγιο Ιωάννη και στη συνέχεια τη γέφυρα (καμάρα) του Πλατύ ποταμού (Μανουρά), για να πάνε στο Μοναστηράκι, όπου επρόκειτο να δοθεί μάχη. Οι Αϊγιαννιώτες εστείλανε τα γυναικόπαιδα σε μια σπηλιά κοντά στο Λυγιώτη ποταμό και οι άνδρες μαζί με άλλους Κρήτες οπλισμένοι πήρανε θέσεις μάχης και περιμένανε του Τούρκους. Οι Τούρκοι μόλις φτάσανε στην είσοδο του χωριού (Κακόβολο) και είδανε τους χιλιάδες οπλισμένους τρομοκρατηθήκανε και γυρίσανε πίσω. Έτσι οι Αϊγιαννιώτες συμβάλανε θετικά στη μάχη που επρόκειτο να γίνει στο Μοναστηράκι, μα οπωσδήποτε με τη χάρη και τη βοήθεια του προστάτη Αγίου Ιωάννη.

Αναφέρεται επίσης ότι, οι λιγοστοί κάτοικοι του χωριού ελαμβάνανε προφυλάξεις και σχεδόν όλοι ζούσαν στα «Καβροκέλια» για να μην καταληφθούνε από τις επιδρομές των Τούρκων. Ουδέποτε όμως οι Τούρκοι καταφέρανε να μπούνε στο χωριό γιατί όταν πλησιάζανε σε απόσταση 500 περίπου μέτρων Νότια στη θέση «Κακόβολο» η δύναμη του Αγίου Ιωάννου δεν τους επέτρεπε να μπούνε και να το καταλάβουνε. Στην προστασία του χωριού και των κατοίκων συνέβαλε αποφασιστικά η πίστη των στο Θεό και τα θαύματα των Αγίων γι’ αυτό και τηρούσανε πάντα με θρησκευτική ευλάβεια τις αργίες που εορτάζανε οι αγίοι μας.

Ευλογημένη και φέτος η σημερινή ημέρα της εορτής για το χωριό μας με όλα τα θρησκευτικά πρέποντα, την καθιερωμένη θεία λειτουργία, την ευλογία των άρτων και την ανταλλαγή ευχών, στα πλαίσια των περιοριστικών μέτρων, με την ευχή του χρόνου να εορτάσομε «λεύτεροι».

Χρόνια Πολλά στους όπου γης Αϊγιαννιώτες. Τα θαύματα και η χάρις του Αγίου Ιωάννου να συνεχιστούνε, για βοήθεια όλου του κόσμου.

  1. Κρήτη. Το αφιέρωμα, Νομός Ρεθύμνης, Τοπικές ιστορίες, σ. 27.
  2. Αλέξανδρος Χατζηγάκης, Εκκλησίες της Κρήτης, Παραδόσεις, Ρέθυμνο 1954, σ. 42.
  3. Κρήτη. Το αφιέρωμα, Νομός Ρεθύμνης, Τοπικές ιστορίες, σ. 27.